Μαουτχάουζεν

Μαουτχάουζεν
(Mauthausen). Ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Βρισκόταν κοντά στην ομώνυμη κωμόπολη της Άνω Αυστρίας. στην αριστερή όχθη του Δούναβη και σε απόσταση 30 χλμ. Α του Λιντς. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατούμενων άρχισε να λειτουργεί τον Ιούλιο του 1938 σε απόσταση 4 μόλις χλμ. από την πόλη. Αρχικά αποτελούσε παράρτημα του Νταχάου, όμως έπαψε να εξαρτάται από αυτό τον Μάρτιο του 1939. Οι κρατούμενοι εργάζονταν στα λατομεία της περιοχής και το στρατόπεδο λειτουργούσε κυρίως ως κέντρο μεταγωγής. Από τον χρόνο της ίδρυσής του έως το 1945 φυλακίστηκαν σε αυτό γύρω στα 335.000 άτομα από πολλές χώρες (Πολωνοί, Σοβιετικοί, Έλληνες, Γάλλοι κ.ά.), από τα οποία εξολοθρεύτηκαν 122.000, μεταξύ των οποίων και πάνω από 3.000 Έλληνες. Στο Μ. δρούσε μυστική αντιστασιακή οργάνωση κομουνιστών, η οποία διευθυνόταν από διεθνή επιτροπή του στρατοπέδου. Η οργάνωση αυτή εξεγέρθηκε κατά το διάστημα 5-7 Μαΐου 1945 και πέτυχε την απελευθέρωση των κρατούμενων με τη βοήθεια των αμερικανικών στρατευμάτων. Μετά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο δημιουργήθηκε μουσείο στον χώρο των βασανιστηρίων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Καμπανέλλης, Ιάκωβος — (Νάξος 1922 –). Θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος, ποιητής και ακαδημαϊκός. Έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση (1941 44) και συνελήφθη από τους ναζί, οι οποίοι τον οδήγησαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν (1943 45). Αυτές οι εμπειρίες… …   Dictionary of Greek

  • γενοκτονία — Ο όρος κατά λέξη σημαίνει εξόντωση μιας εθνικής ομάδας, ενός γένους, και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1946 στη δίκη της Νυρεμβέργης (αγγλ. genocide), για να χαρακτηρίσει ένα ειδικό έγκλημα που διαπράχθηκε εναντίον μιας φυλής ή εθνικών και… …   Dictionary of Greek

  • Θεοδωράκης, Μίκης — (Χίος 1925 –). Μουσικοσυνθέτης. Κατάγεται από την Κρήτη. Σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών και στο Ωδείο του Παρισιού. Το 1942 τον συνέλαβαν οι ιταλικές κατοχικές αρχές. Το 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία και το 1948 στη Μακρόνησο. Το 1960 άρχισε ουσιαστικά… …   Dictionary of Greek

  • Λιντς — I (Linz). Πόλη (183.904 κάτ. το 2001) της βόρειας Αυστρίας, πρωτεύουσα του κρατιδίου της Άνω Αυστρίας (βλ. λ. Αυστρία, Άνω). Βρίσκεται στη δεξιά όχθη του Δούναβη, σε υψόμετρο 264 μ., γύρω από τη Χάουπτπλατς και συνδέεται μέσω της γέφυρας… …   Dictionary of Greek

  • Μακρής, Αγαμέμνων — (Πάτρα 1913 – Αθήνα 1993). Γλύπτης. Αποφοίτησε το 1939 από τη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου είχε δασκάλους τον Κώστα Δημητριάδη και τον Μιχάλη Τόμπρο. Το 1945 πήγε στο Παρίσι και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη γλυπτική κοντά στον γλύπτη Μαρσέλ Ζιμόντ …   Dictionary of Greek

  • νεκρική τέχνη — Το ταφικό μνημείο, έκφραση της ν.τ., ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους (ντολμέν, νουραγικά μνημεία κ.ά.). Τις διάφορες μορφές της ν.τ. κωδικοποίησε ο αιγυπτιακός πολιτισμός από την τρίτη χιλιετία π.Χ., κατασκευάζοντας ταφικά μνημεία, υπόγειους …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”